Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

ο καθρέπτης


μισούσε τους καθρέπτες και τους φοβόταν. ήταν κάτι που το είχε από μικρή. στο πατρικό της δεν είχε χειρότερο από το να στηθεί μπροστά στον μεγάλο καθρέπτη του μπάνιου, για να της χτενίσει η μαμά τα μαλλιά της και να της βάλει την κορδέλα. δινόταν μάχη κάθε φορά. μάχη που κατέληγε σε κλάματα. δεν ήθελε να βλέπει το πρόσωπό της. δεν ήθελε να βλέπει πως μεγαλώνει. ήθελε να μείνει μικρή! όταν το εξομολογήθηκε στη μητέρα της, εκείνη βούρκωσε, την πήρε στην αγκαλιά της και της υποσχέθηκε να την κρατήσει μακριά από τους καθρέπτες για πάντα.

δυστυχώς όμως για κείνη στο σπίτι τους υπήρχαν ήδη αρκετοί καθρέπτες σε περίοπτες θέσεις. καθρέπτης στην είσοδο, καθρέπτης στη μεγάλη τραπεζαρία, καθρέπτης  στο μπάνιο, καθρέπτης στην κρεβατοκάμαρα των γονιών της, καθρέπτης ακόμα και στην κουζίνα πάνω στην εταζέρα! ένιωθε διαρκώς ότι υπήρχαν παντού μάτια. μάτια που την κοίταζαν. μάτια που την παρακολουθούσαν. και όσο ήταν μικρή και δεν τους έφτανε, υπήρχε πρόβλημα μόνο όταν την ανέβαζαν πάνω στο ξύλινο σκαμπό για να της προβάρει η μοδίστρα τα φορεματάκια που της έραβε  ή όταν ήθελε η μαμά της να την χτενίσει. όταν μεγάλωσε και αναπόφευκτα το είδωλό της φαινόταν πάνω του, εκείνη περνούσε βιαστικά ή έσκυβε για να τον αποφύγει. 


στη μετέπειτα ενήλικη ζωή της η σχέση της με τους καθρέπτες βελτιώθηκε κάπως, χωρίς όμως ποτέ να γίνει καλή. περιορίστηκε στο αναγκαίο. έμαθε να κοιτάζεται στον καθρέπτη φευγαλέα πριν φύγει για δουλειά, γιατί την ενδιέφερε πολύ η εικόνα της. αλλά μέχρι εκεί. μεγάλος καθρέπτης δεν μπήκε ποτέ στο σπίτι της. έβαλε έναν καθρέπτη στο μπάνιο ίσα ίσα για να ρίχνει την καθιερωμένη ματιά πριν βγει. ούτε που είχε κατά νου να τον αλλάξει!


είδε αυτόν τον ζωγραφισμένο καθρέπτη στο πανηγύρι της Αγ. Παρασκευής και κάτι σκίρτησε μέσα της. ίσως να έφταιγε και το χαμογελαστό παλικαράκι με τα σπαστά ελληνικά που της μίλησε πολύ ευγενικά. αυτός ο καθρέπτης, που είχε φτιαχτεί και ζωγραφιστεί ποιος ξέρει σε ποια χώρα της Αφρικής ή της Ασίας, ένιωσε πως δεν την απειλούσε. γι’ αυτό και θέλησε να τον αποκτήσει. 
ήταν ένας ορθογώνιος καθρέπτης, ζωγραφισμένος στο χέρι. η φαρδιά ξύλινη κορνίζα του είχε χρώμα μπορντό. στην πάνω αριστερή γωνία υπήρχε ένας κίτρινος ήλιος. στην πάνω δεξιά ένα λευκό μισοφέγγαρο. σε όλη την κάτω πλευρά υπήρχαν μικρά και μεγάλα λουλούδια που σχημάτιζαν ένα πυκνό χρωματιστό χαλί που έσβηνε στις άκρες. τον κουβάλησε με δυσκολία. ήταν σχετικά ογκώδης για τα κυβικά της, όμως τα κατάφερε και τον έφερε σπίτι σώο και αβλαβή. ένιωσε μεγάλη περηφάνια.


την επόμενη μέρα κατέβασε τον παλιό με τα πλαστικά ντουλαπάκια, χτύπησε κι ένα καινούριο καρφί στον τοίχο και τον κρέμασε. τι κι αν ήταν λίγο μικρότερος από τον προηγούμενο! αυτός μάλιστα! της άρεσε! του μιλούσε και μπροστά του στεκόταν άφοβα και βούρτσιζε τα πυκνά λευκά της μαλλιά. για πρώτη φορά μάλιστα παραδέχτηκε όλο τσαχπινιά ότι είναι όμορφη ακόμα! το είπε στις φίλες της και γέλασαν ώρα πολύ. ναι, ήταν διαφορετικός καθρέπτης αυτός. ένιωθε πως της χαμογελούσε. ίσως και να την αγαπούσε λίγο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου